Διάβασα τις προάλλες σε ένα κείμενο συγκεντρωμένες όλες μαζί τις λέξεις: Ευθύνη, Ανανέωση, Σεβασμός, Προσπάθεια, Ήθος, Αποτελεσματικότητα και πολλές άλλες χιλιοειπωμένες φανφάρες, από στόματα που δεν εννοούν τίποτα από όσα λένε. Που τις λέξεις τις φτύνουν λαίμαργα, δίχως να τις απολαμβάνουν, να τις καταλαβαίνουν, να τις γεύονται.
Και έτσι βαπτίσανε την αδράνεια και τη μανία τους για εξουσία, προσπάθεια.
Βαπτίσανε την προφανή και κατακριτέα από το πανελλήνιο, περιφρόνησή τους προς τα δημοκρατικά κεκτημένα της ελευθερίας στη σκέψη και την έκφραση, σεβασμό.
Βαπτίσανε το χάλι που οφείλεται στην αδυναμία τους να εμπνεύσουν τον κόσμο της πόλης, να τον βοηθήσου να βγει από στερεότυπα και παλαιολιθικές λογικές, αποτελεσματικότητα.
Τόσα πολλά, τόσο παράξενα γράμματα σε αυτό το κείμενο. Από το δεξί μάτι ακόμα δεν μπορώ να δω καλά. Αυτό που μου προκάλεσε τη μεγαλύτερη έκπληξη στο κείμενο ωστόσο ήταν η φράση «Ο καλός ο καπετάνιος δεν εγκαταλείπει το πλοίο του στη φουρτούνα». Αυτά τα περί της φουρτούνας μου φέρανε λοιπόν στο μυαλό μια διδακτική ιστορία που νομίζω θα βρείτε αρκετά ενδιαφέρουσα.
Στην Γαλλία του 1816, μετά την παλινόρθωση της Βασιλείας, ένας μικρός στολίσκος ξεκινούσε από τη Γαλλία για την Σενεγάλη για να αναλάβει, όπως είχε συμφωνηθεί, την διακυβέρνηση στην ως τότε αγγλική αποικία. Κομμάτι του στολίσκου αυτού ήταν και η φρεγάτα Μέδουσα. Συνολικά στο σκάφος αυτό επέβαιναν 400 άτομα, συμπεριλαμβανομένων και των 160 μελών του πληρώματος.
Κυβερνήτης στη "Μέδουσα" ορίστηκε ο Υγκ Ντυρουά ντε Σωμερύ , ο οποίος δεν είχε κανένα προσόν για να αναλάβει παρόμοια αποστολή, παρά μόνον την γνωριμία του με τον αδελφό του βασιλέα και είχε να ταξιδέψει στη θάλασσα για περισσότερα από είκοσι χρόνια χωρίς ποτέ να έχει αναλάβει την διακυβέρνηση πλοίου. Ήταν ένας άχρηστος η ανικανότητα του οποίου θα αποδεικνυόταν ολέθρια. Οι περισσότεροι συνάδελφοί του Ντε Σωμερύ, γνωρίζοντας πως ο μόνος λόγος που είχε βρεθεί στη θέση του κυβερνήτη ο ανόητος αυτός ευγενής, ήταν η ιδιότητά του ως βασιλικού αυλοκόλακα, που χάιδευε τα αυτιά του βασιλιά, δυσανασχετούσαν.
Στις 17 Ιουνίου 1816 ο στολίσκος απέπλευσε. Σε μια εκδήλωση
αμετροεπούς ματαιοδοξίας, ανασφάλειας και εκδικητικής προς όσους τον
κοροϊδεύανε, φαντασιοπληξίας- κάτι που όπως φαίνεται εκδηλώνουν όλοι οι
ανώριμοι ΥΠΕΥΘΥΝΟΙ ανεύθυνοι-, ο Σωμερύ προσπάθησε να υπερφαλαγγίσει χρονικά τα
άλλα σκάφη του στολίσκου, και η "Μέδουσα", λόγω κακής πλοήγησης,
βρέθηκε εκτός πορείας με συνέπεια να προσαράξει σε μια ξέρα. Η ανικανότητα του ντε Σωμερύ ήταν ολέθρια. Μα η
ιστορία έχει και συνέχεια.
Όλες οι προσπάθειες αποκόλλησης του σκάφους απέβησαν άκαρπες και αποφασίστηκε η εγκατάλειψή του. Ο κυβερνήτης έδωσε έτσι την εντολή να εγκαταλείψουν το καράβι με τις σωσίβιες λέμβους, οι οποίες δεν έφταναν για όλους. Στις 6 μόνο λέμβους του πλοίου επιβιβάστηκαν οι προύχοντες και οι βαθμοφόροι , ενώ η πλέμπα, 148 άνδρες και μια γυναίκα, ανέβηκαν σε μια μικρή σχεδία, έχοντας μια σακούλα γαλέτες, λίγο κρασί, και δύο φλασκιά νερό που καυγαδίζοντας μεταξύ τους ,το έχυσαν. Με το βάρος τόσων ανθρώπων η σχεδία ήταν μισοβυθισμένη και το νερό έφτανε περίπου μέχρι την μέση τους.
Ο πλούς της σχεδίας ήταν πραγματική κόλαση για τους επιβαίνοντες. Μερικοί παρασύρθηκαν από τα κύματα κατά τη διάρκεια καταιγίδων, άλλοι πέθαναν κατά τη διάρκεια μιας βίαιης εξέγερσης, ενώ από την τρίτη ημέρα άρχισαν να παρατηρούνται φαινόμενα κανιβαλισμού. Την έκτη ημέρα οι τραυματίες και οι άρρωστοι ρίχτηκαν στη θάλασσα για να εξοικονομηθούν τα ελάχιστα εφόδια που απέμεναν.
Η σχεδία παρασύρθηκε από τα ρεύματα και εξακολούθησε να πλέει για μια ακόμη εβδομάδα, πριν βρεθεί κατά τύχη, και περισυλλεγεί από το πλοίο «Άργος». Το ναυάγιο ξεπέρασε τα όρια μιας καταστροφής λόγω των φαινομένων κτηνωδίας και κανιβαλισμού που έλαβαν χώρα μεταξύ των επιβαινόντων. Στις 13 εφιαλτικές μέρες, από τους 150 επιβαίνοντες επάνω στην "Μέδουσα" έμειναν 17 άτομα από τα οποία μετά απο 52 μέρες έμειναν ζωντανοί και μισότρελοι μόνο 3.
Όλες οι προσπάθειες αποκόλλησης του σκάφους απέβησαν άκαρπες και αποφασίστηκε η εγκατάλειψή του. Ο κυβερνήτης έδωσε έτσι την εντολή να εγκαταλείψουν το καράβι με τις σωσίβιες λέμβους, οι οποίες δεν έφταναν για όλους. Στις 6 μόνο λέμβους του πλοίου επιβιβάστηκαν οι προύχοντες και οι βαθμοφόροι , ενώ η πλέμπα, 148 άνδρες και μια γυναίκα, ανέβηκαν σε μια μικρή σχεδία, έχοντας μια σακούλα γαλέτες, λίγο κρασί, και δύο φλασκιά νερό που καυγαδίζοντας μεταξύ τους ,το έχυσαν. Με το βάρος τόσων ανθρώπων η σχεδία ήταν μισοβυθισμένη και το νερό έφτανε περίπου μέχρι την μέση τους.
Ο πλούς της σχεδίας ήταν πραγματική κόλαση για τους επιβαίνοντες. Μερικοί παρασύρθηκαν από τα κύματα κατά τη διάρκεια καταιγίδων, άλλοι πέθαναν κατά τη διάρκεια μιας βίαιης εξέγερσης, ενώ από την τρίτη ημέρα άρχισαν να παρατηρούνται φαινόμενα κανιβαλισμού. Την έκτη ημέρα οι τραυματίες και οι άρρωστοι ρίχτηκαν στη θάλασσα για να εξοικονομηθούν τα ελάχιστα εφόδια που απέμεναν.
Η σχεδία παρασύρθηκε από τα ρεύματα και εξακολούθησε να πλέει για μια ακόμη εβδομάδα, πριν βρεθεί κατά τύχη, και περισυλλεγεί από το πλοίο «Άργος». Το ναυάγιο ξεπέρασε τα όρια μιας καταστροφής λόγω των φαινομένων κτηνωδίας και κανιβαλισμού που έλαβαν χώρα μεταξύ των επιβαινόντων. Στις 13 εφιαλτικές μέρες, από τους 150 επιβαίνοντες επάνω στην "Μέδουσα" έμειναν 17 άτομα από τα οποία μετά απο 52 μέρες έμειναν ζωντανοί και μισότρελοι μόνο 3.
Η γαλλική κυβέρνηση κατηγορήθηκε για τον διορισμό του
ανεπαρκούς Σωμερύ ως κυβερνήτη της "Μέδουσας", που έγινε με μοναδικό
κριτήριο την εύνοια του Λουδοβίκου του 18ου προς αυτόν. Ωστόσο ο άχρηστος
ευνοούμενος αθωώθηκε, γιατί οι Γάλλοι δεν ήθελαν να γελοιοποιηθούν στα μάτια
των Βρετανών για την ανικανότητα του αριστοκράτη κυβερνήτη που είχαν
τοποθετήσει στο πλοίο.
Η τραγωδία αυτή ενέπνευσε τον σπουδαίο ζωγράφο Ζερικώ να
σχεδιάσει και να ζωγραφίσει τον περίφημο και έξοχο πίνακά του «Η σχεδία της Μέδουσας»,
ο οποίος εκτίθεται στο Λούβρο. Όταν είδε τον πίνακα ο ιστορικός Ζυλ Μισελέ αναφώνησε:
«όλη η κοινωνία μας επιβαίνει στη σχεδία της Μέδουσας...»
Την ιστορία την ξέρατε και πριν σας την πω εγώ. Την ξέρατε από μικροί. Όσο παράξενο και αν σας ακούγεται, την σιγουτραγουδάγαμε όλοι μαζί από την παιδική μας ηλικία. Για τι νομίζατε ότι μιλούσαμε όταν μακάβρια τραγουδούσαμε:
Ήταν ένα μικρό καράβι, ήταν ένα μικρό καράβι,
που ήταν αταξίδευτο,
Και τότε ρίξανε τον κλήρο,
να δούνε ποιος, ποιος θα φαγωθεί.
Και ο κλήρος πέφτει στον πιο νέο,
που ήταν αταξίδευτος..
Στο τραγούδι όπως και στην πραγματικότητα αγαπητοί μου είναι οι νέοι, που πάντα πληρώνουν πρώτοι την ανικανότητα των μεγάλων.
Μετά από τις εκλογές αυτές, δεν θα υπάρχουν άλλοθι. Τα πράγματα είναι πολύ ξεκάθαρα για να υπάρξουν εκ των υστέρων άλλοθι. Και σίγουρα δε νομίζω πως θα υπάρξει Άργος να περισώσει όσα απομείνουν. Πρέπει λοιπόν να σταματήσουμε να κάνουμε τα ίδια λάθη. Το δις εξαμαρτείν ουκ ανδρός σοφού λένε ορισμένοι. Τι γίνεται στο τετράκις;
Δεν μπορώ να πω με σιγουριά ότι τα πράγματα θα διορθωθούν αν αλλάξουν. Είμαι σίγουρος όμως ότι για να διορθωθούν, πρέπει να αλλάξουν.
«όλη η κοινωνία μας επιβαίνει στη σχεδία της Μέδουσας...»
Την ιστορία την ξέρατε και πριν σας την πω εγώ. Την ξέρατε από μικροί. Όσο παράξενο και αν σας ακούγεται, την σιγουτραγουδάγαμε όλοι μαζί από την παιδική μας ηλικία. Για τι νομίζατε ότι μιλούσαμε όταν μακάβρια τραγουδούσαμε:
Ήταν ένα μικρό καράβι, ήταν ένα μικρό καράβι,
που ήταν αταξίδευτο,
Και τότε ρίξανε τον κλήρο,
να δούνε ποιος, ποιος θα φαγωθεί.
Και ο κλήρος πέφτει στον πιο νέο,
που ήταν αταξίδευτος..
Στο τραγούδι όπως και στην πραγματικότητα αγαπητοί μου είναι οι νέοι, που πάντα πληρώνουν πρώτοι την ανικανότητα των μεγάλων.
Μετά από τις εκλογές αυτές, δεν θα υπάρχουν άλλοθι. Τα πράγματα είναι πολύ ξεκάθαρα για να υπάρξουν εκ των υστέρων άλλοθι. Και σίγουρα δε νομίζω πως θα υπάρξει Άργος να περισώσει όσα απομείνουν. Πρέπει λοιπόν να σταματήσουμε να κάνουμε τα ίδια λάθη. Το δις εξαμαρτείν ουκ ανδρός σοφού λένε ορισμένοι. Τι γίνεται στο τετράκις;
Δεν μπορώ να πω με σιγουριά ότι τα πράγματα θα διορθωθούν αν αλλάξουν. Είμαι σίγουρος όμως ότι για να διορθωθούν, πρέπει να αλλάξουν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου