Το Σάββατο 21 Ιουνίου και στο πλαίσιο των Κ΄Παυλείων διοργανώθηκε στο Παύλειο Πολιτιστικό Κέντρο Βέροιας το πρώτο Συνέδριο Βυζαντινών Τεχνών της Σχολής Βυζαντινών Τεχνών της Ιεράς Μητροπόλεως Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας που είχε ως θέμα του «Βυζαντινή Τέχνη και Τεχνική».
Το συνέδριο παρουσίασε ο αρχιμ. Αρσένιος Χαλδαιόπουλος, ενώ
χαιρετισμό απηύθυνε ο σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας Ναούσης και
Καμπανίας κ. Παντελεήμων.
Την προεδρία του Συνεδρίου ανέλαβε ο κ. Μαν. Τσιτούρας ο οποίος
παρουσίασε και τους δύο εισηγητές α) τον κ. Γεώργιο Φουστέρη Επικ.
καθηγητή του τμήματος Βυζαντινής Αρχιαολογίας ΑΕΑΘ, ο οπο΄[ιος ανέπτυξε
το θέμα: «Η μετάβαση από την ελληνιστική στην χριστιανική ζωγραφική» και
β) τον κ. Ιωάννη Καραπαναγιώτη, Επικ. Καθηγητή του τμήματος Χημείας
Συντήρησης της ΑΕΑΘ, ο οποίος ανέπτυξε το θέμα: «Η συμβολή των θετικών
επιστημών στη μελέτη και συντήρηση του βυζαντινού πολιτισμού. Η παλέτα
των ζωγράφων της Κρητικής Σχολής».
«Η μετάβαση από την ελληνιστική στην χριστιανική ζωγραφική»
Στην Ιστορία της Τέχνης κυριαρχεί ένα ερμηνευτικό μοντέλο που
θεωρεί ότι η αρχαία εικαστική παράδοση δεν επηρέασε αποφασιστικά την
διαμόρφωση της βυζαντινής τέχνης. Με εξαίρεση κάποιες μικρές αναλαμπές
κλασικισμού, το Βυζάντιο απομακρύνθηκε σταδιακά από την κλασική
αρχαιότητα και έγινε περισσότερο «ανατολικό» ενστερνιζόμενο διαφορετικές
εικαστικές αξίες. Αντιστοίχως στην θεολογική παιδεία παγιώθηκε η
αντίληψη ότι η χριστιανική τέχνη και πνευματικότητα, μετά την πρώιμη
περίοδο, αναπτύχθηκε αυτόνομα και διαμόρφωσε ένα εικαστικό στίγμα το
οποίο απομακρύνεται από την κλασική τέχνη. Ως αποτέλεσμα έχουμε την
παγιωμένη διαχρονικά αντίληψη ότι ο Χριστιανισμός «κατέστρεψε» την
αρχαία ελληνική τέχνη και οικοδόμησε μία δική του εντελώς διαφορετική
εικαστική παράδοση. Η κλασική τέχνη θεωρείται ανθρωποκεντρική και
φυσιοκρατική νατουραλιστική, ενώ η μεσαιωνική χριστιανική τέχνη (δυτική
και βυζαντινή) βρίσκεται στον αντίποδα: αδιαφορεί για την φύση, δεν
αντιλαμβάνεται τον φυσικό χώρο και την προοπτική, είναι σχηματική κτλ.
Ωστόσο, η μελέτη της ζωγραφικής της ύστερης αρχαιότητας και
ιδιαίτερα του πλούσιου υλικού των ταφικών πορτραίτων της εξελληνισμένης
Αιγύπτου, αποδεικνύει ότι οι καθιερωμένες αυτές αντιλήψεις είναι
τουλάχιστον ανεδαφικές. Είναι προφανές ότι η απόσταση που χωρίζει την
ζωγραφική της όψιμης αρχαιότητας από την πλήρως διαμορφωμένη ζωγραφική
της βυζαντινής περιόδου είναι πολύ μικρή.
Η Εκκλησία από τα πρώτα τη βήματα δεν είχε το σύνδρομο της
εικαστικής διαφοροποίησης, ούτε επιδίωξε να δημιουργήσει έναν ιδιαίτερο
τρόπο έκφρασης «επινοώντας» καινούργια εκφραστικά μέσα. Χρησιμοποίησε
την τέχνη και τους καλλιτέχνες της εποχής, μεταμορφώνοντας έναν κόσμο
ολόκληρο ως προς την ουσία και το βαθύτερό του ήθος. Η τέχνη του
Βυζαντίου διατήρησε όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που μας επιτρέπουν να
την θεωρούμε μετουσίωση της μακράς εικαστικής παράδοσης του αρχαίου
κόσμου.
«Η συμβολή των θετικών επιστημών στη μελέτη και συντήρηση του βυζαντινού πολιτισμού. Η παλέτα των ζωγράφων της Κρητικής Σχολής»
Στο κύριο μέρος της ομιλίας παρουσιάστηκε το γενικό περίγραμμα της
συμβολής της τεχνολογίας και γενικότερα των θετικών και εφαρμοσμένων
επιστημών στη μελέτη και συντήρηση του βυζαντινού πολιτισμού. Πιο
συγκεκριμένα, υπό το πρίσμα των σύγχρονων-διεθνών εξελίξεων,
παρουσιάστηκαν παραδείγματα:
(1) Καταγραφής και ψηφιοποίησης της πολιτισμικής κληρονομιάς
(2) Ταυτοποίησης υλικών & τεκμηρίωσης της πολιτισμικής κληρονομιάς
(3) Αναβίωσης της πολιτισμικής κληρονομιάς
(4) Συντήρησης της πολιτισμικής κληρονομιάς
Στη συνέχεια (δευτερεύων μέρος) περιγράφονται τα αποτελέσματα μίας
εκτενούς φυσικοχημικής μελέτης που πραγματοποιήθηκε σε εικόνες της
Κρητικής Σχολής Αγιογραφίας με σκοπό την ταυτοποίηση των ανόργανων και
οργανικών χρωστικών που έχουν χρησιμοποιηθεί σε αυτές. Τα φυσικοχημικά
αποτελέσματα αναλύονται και σχολιάζονται με βάση το ιστορικό πλαίσιο της
εποχής, αναδεικνύοντας ταυτόχρονα τις πολύπλευρες πληροφορίες που
προσφέρουν οι θετικές επιστήμες στη μελέτη της πολιτισμικής κληρονομιάς.
Χαιρετισμός σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Βεροίας κ. Παντελεήμονος.
Ἡ Ἱερά Μητρόπολη Βεροίας, Ναούσης καί Καμπανίας ἔχει τήν εὐλογία
νά δραστηριοποιεῖται σέ ἕναν τόπο μέ μακραίωνη καί σπουδαία πολιτιστική
παράδοση.
Ἀπό τήν προχριστιανική ἐποχή μέχρι σήμερα ἡ Βέροια καί ἡ περιοχή
της δέν ἦταν μία ἀσήμαντη καί ἀπομονωμένη ἐπαρχία. Ἦταν μία πόλη καί μία
περιοχή μέ κυρίαρχο ρόλο καί θέση στό πολιτισμικό γίγνεσθαι.
Πόλη πού γειτνίαζε μέ τήν πρωτεύουσα τῶν Μακεδόνων, πού εἵλκυσε τήν
προσοχή τοῦ ἀποστόλου τῶν Ἐθνῶν Παύλου, πού διακρίθηκε γιά τήν εὐλάβεια
τῶν κατοίκων της καί τούς πολλούς ἁγίους πού ἔζησαν στήν περιοχή της,
πού κοσμήθηκε καί κοσμεῖται ἀπό πολλούς ναούς καί μοναστήρια, ὥστε νά
ὀνομάζεται μικρή Ἱερουσαλήμ, ἡ Βέροια καί ἡ περιοχή της εἶναι ἕνας χῶρος
στόν ὁποῖο ἄκμασε ἡ βυζαντινή τέχνη σέ ὅλες της τίς ἐκφάνσεις,
συνεχίζοντας τήν παλαιότερη παράδοση, ἀλλά καί συνεχιζόμενη μέχρι τίς
ἡμέρες μας.
Ζοῦμε, λοιπόν, καί κινούμεθα καί δραστηριοποιούμεθα καί καλούμεθα
νά διαχειρισθοῦμε καί ὡς Ἐκκλησία, ὡς ἀρχαιολόγοι, ὡς ἁγιογράφοι καί ὡς
συντηρητές εἰκόνων καί μνημείων σέ ἕνα τόπο στόν ὁποῖο τό ἱστορικό
παρελθόν καί οἱ πατέρες μας μᾶς κληροδότησαν ἕνα ἀνεκτίμητο πλοῦτο, ἕνα
σπουδαῖο θησαυρό.
Συγχρόνως ὅμως καλούμεθα νά διαχειρισθοῦμε αὐτό τόν θησαυρό, νά τόν
συντηρήσουμε, νά τόν ἀναδείξουμε, νά τόν συνδέσουμε μέ τό σήμερα, σέ
μία ἐποχή κατά τήν ὁποία ἡ ἐξέλιξη τῆς ἐπιστήμης προσφέρει σημαντική
βοήθεια στή μελέτη, συντήρηση καί διαχείριση τῶν πολιτιστικῶν ἀγαθῶν,
τῶν μνημείων, τῶν εἰκόνων, τῶν ἔργων μικροτεχνίας, τῶν χειρογράφων κλπ.
Σέ μία ἐποχή κατά τήν ὁποία ἡ ἐπιστήμη μᾶς βοηθᾶ νά κατανοήσουμε ὑλικά
καί τεχνικές τοῦ παρελθόντος καί τρόπους μέ τούς ὁποίους μποροῦμε νά
ἐπέμβουμε σωστικά καί ὄχι καταστροφικά προκειμένου νά συντηρήσουμε ναούς
καί τοιχογραφίες καί εἰκόνες, ἀλλά καί ἱερά καλύμματα καί ἄμφια καί
σκεύη.
Ἡ σπουδαιότητα, ἡ ἐπικαιρότητα καί τό ἐνδιαφέρον πού ἔχουν τά
θέματα αὐτά γιά ὅλους μας, ἀλλά κυρίως γιά ὅσους ἀσχολοῦνται ἰδιαίτερα
μέ αὐτούς τούς τομεῖς καί σπουδάζουν στή Σχολή Βυζαντινῶν Τεχνῶν τῆς
Ἱερᾶς Μητροπόλεώς μας, μᾶς ὁδήγησαν στήν ἀπόφαση νά ἐντάξουμε στά φετινά
Κ´ Παύλεια πού ἔχουν ὡς γενικό θέμα τό: «Παύλεια καί πολιτισμός» τό
πρῶτο αὐτό Συνέδριο Βυζαντινῶν τεχνῶν πού διοργανώνεται καί
πραγματοποιεῖται στήν Ἱερά Μητρόπολή μας ἀπό τή Σχολή Βυζαντινῶν τεχνῶν
τῆς Μητροπόλεώς μας καί συνδέεται ἄμεσα μέ τό θέμα τῶν Κ´ Παυλείων καί
τόν πολιτισμό.
Στό Α´ Συνέδριο Βυζαντινῶν τεχνῶν μέ θέμα «Βυζαντινή τέχνη καί
τεχνική» εἰσηγητές εἶναι ἀπόψε δύο ἐπιστήμονες πού προέρχονται ἀπό δύο
διαφορετικούς χώρους.
Ὁ πρῶτος εἰσηγητής εἶναι ὁ ἐπίκουρος καθηγητής τῆς Βυζαντινῆς
Ἀρχαιολογίας στήν Ἀνωτάτη Ἐκκλησιαστική Ἀκαδημία Θεσσαλονίκης, ὁ κ.
Γεώργιος Φουστέρης, ὁ ὁποῖος καί θά μᾶς ἀναπτύξει τό θέμα «῾Η μετάβαση
ἀπό τήν ἑλληνιστική στή χριστιανική ζωγραφική».
Ὁ δεύτερος εἰσηγητής, ὁ κ. Ἰωάννης Καραπαναγιώτης, ἐπίσης ἐπίκουρος
καθηγητής στήν Ἀνωτάτη Ἐκκλησιαστική Ἀκαδημία τῆς Θεσσαλονίκης,
προέρχεται ἀπό τόν χῶρο τῶν θετικῶν ἐπιστημῶν, καί θά ἀναπτύξει τό θέμα:
«Ἡ συμβολή τῶν θετικῶν ἐπιστημῶν στή μελέτη καί συντήρηση τοῦ
βυζαντινοῦ πολιτισμοῦ. Ἡ παλέτα τῶν ζωγράφων τῆς Κρητικῆς Σχολῆς».
Τούς εὐχαριστῶ καί τούς δύο θερμά γιά τήν ἀνταπόκρισή τους στήν
πρόσκλησή μας καί τήν παρουσία τους στό συνέδριό μας, καί κηρύσσω τήν
ἔναρξη εὐχόμενος καλή ἐπιτυχία στίς ἐργασίες του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου