Σ’ ένα σπίτι, σ’ ένα μεγάλο σπίτι, είχαν μαζευτεί όλοι οι προοδευτικοί,
λεγόμενοι, άνθρωποι. Κάθισαν σε διαφορετικά σημεία που να είναι ευδιάκριτη η
παρουσία τους μη τυχόν και τους μπερδέψει κάποιος. Άρχισαν να συζητούν μεταξύ τους. Συζήτηση
τρόπος του λέγειν. Φώναζαν όσο πιο δυνατά μπορούσαν για να μην ακουστεί η φωνή
των άλλων και να επιβάλουν έτσι την άποψή τους. Είχαν στο λεξιλόγιό τους και
πολλές λέξεις – ρουκέτες, επίθετα βαριά και προσβλητικά. Κάποιοι λέγαν τους
άλλους αναθεωρητές, άλλοι λέγανε τους άλλους σταλινικούς και κάποιοι λέγανε
τους προηγούμενους, προδότες και υπηρέτες του συστήματος.
Κάποιοι λέγανε ¨να τα βρούμε ρε παιδιά, να συνεργαστούμε¨ αλλά η φωνή
τους σκεπάζονταν από τις άλλες φωνές. ¨Τυχοδιώκτες, ρεβιζιονιστές, οπορτουνιστές,
λακέδες και όλη αυτή η ποιότητα των λεγομένων τους αντικατόπτριζε και το
πολιτικό ηθικό ποιόν τους. Ατέρμονες οι συζητήσεις και οι απόψεις τους. Μικρά
κομμάτια διασπάζονταν σε ακόμη μικρότερα. Το ίδιο πράγμα άλλοι το γράφαν με
μικρά γράμματα κι άλλοι με κεφαλαία. Στο μόνο που συμφωνούσαν ήταν στο ¨αντί¨.
Αντί σ’ εκείνο, αντί στο άλλο. Όταν ήταν να μιλήσουν θετικά με προτάσεις, εκεί
γίνονταν ¨το έλα να δεις¨. Πρώτα θα κάνουμε αυτό κι ύστερα το άλλο. Όχι, λέγαν
οι άλλοι, πρώτα θα κάνουμε το άλλο και ύστερα αυτό. Πέρασαν μέρες και στο σπίτι
υπήρχε μεγάλος αναβρασμός. Άρχισαν σιγά – σιγά οι αναχωρήσεις. Δεκαπέντε
κομμάτια μπήκαν μέσα στο σπίτι, είκοσι βγήκαν πάλι έξω. Διάσπαση στη διάσπαση,
νόμιζαν πως κάτι κάνουν. Δεν μπορούσαν όμως να φανταστούν και να συνειδητοποιήσουν
ότι δεν κάνουν τίποτα. Τίποτα απολύτως.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου